Κατάφερες κι έδιωξες, εκείνη που ήταν πάντα εκεί για σένα..

 


Γράφει η Κορίνα Παπαδοπούλου 

Τι ξέρεις για τις σχέσεις; Τι σου έχουν μάθει; Τι σου έμαθε εκείνη; Θα σου πω εγώ, αφού εκείνη δεν μπορεί να το κάνει, διστάζει, πονάει. Οι σχέσεις μας, με τους ανθρώπους δεν είναι μονάχα όταν τους χρειαζόμαστε.

Δεν είναι μονάχα όταν τους έχουμε ανάγκη, όταν θέλουμε έναν άνθρωπο να ακουμπήσουμε επάνω του.


Εσύ αυτό έκανες. Όταν την χρειαζόσουν ήσουν εκεί. Την έψαχνες, την ήθελες. Ήταν πολύτιμη. Όταν σου περίσσευε, απλά την πετούσες. Ήταν περιττή. Θα μου πεις, εκείνη δεν είχε βούληση; Δεν μπορούσε να αρνηθεί;

Μα πώς να το κάνει βρε βλάκα; Πως; Αφού σ’ αγαπούσε. Ναι καλά διάβασες σ’ αγαπούσε και σ’ αγαπάει ακόμα. Τι κι αν στο έχει δείξει με χίλιους τρόπους. Εσύ δεν το κατάλαβες ποτέ.

Να την πονάς, και να είναι εκεί. Να την διώχνεις και να μένει στην αναμονή μήπως και πάλι την χρειαστείς. Μήπως και την θελήσεις. Μήπως και σου φανεί χρήσιμη. Να σταματάει την ζωή της για εσένα. Μην τυχόν και θέλεις κάτι όταν εκείνη είναι έξω στον κόσμο και ζει.

Σε εκείνον τον κόσμο που μαγεύεται από τα μάτια, το χαμόγελο και την ψυχή της. Μην τυχόν και είναι απασχολημένη ψάχνοντας να βρει την ευτυχία. Δίχως να περιμένει ανταλλάγματα. Της αρκούσε το λίγο σου. Τα ψίχουλα που της πετούσες.

Θέλεις να μάθεις μια αλήθεια; Την πόνεσες πολύ. Πολύ και βαθιά. Κάθε φορά που εσύ την πετούσες σαν χρησιμοποιημένο, άχρηστο πλέον αντικείμενο, ξέρεις τι έμενε από την ψυχή της; Τίποτα.

Βράδια ατέλειωτα να κλαίει για ώρες στο πάτωμα. Εκεί μόνη σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Να πονάει τόσο πολύ η ψυχή της, που τον πόνο τον ένιωθε και στο κορμί της.

Τελικά ξέρεις τι ήσουν; Ένας εγωιστής, που ήθελε. Που είχε ανάγκη, μα δεν είχε να δώσει. Ένας άνθρωπος αχάριστος που και πάλι μόλις δεν την χρειαζόσουν, την έσπρωχνες στην άκρη.

Μα φυσικά ήταν περιττή στην υπέροχη ζωή σου. Και τι περιμένεις, πως στην πρώτη δυσκολία σου, θα είναι και πάλι εκεί; Νομίζεις πως θα την αφήσω; Θα της επιτρέψω να την κάνεις και πάλι χίλια κομμάτια; Αυτή τη φορά όχι.

Δεν θα σε αφήσω να γεμίσεις και πάλι τα μάτια της με δάκρυα. Δεν θα σου επιτρέψω να την φτάσεις και πάλι στο σημείο, που δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει, που δεν έτρωγε, δεν σηκωνόταν από το κρεβάτι. Που βυθιζόταν κάθε μέρα, λίγο, λίγο στην θλίψη της.

Όχι φτάνει, μπαίνω μπροστά τώρα εγώ. Να σου συστηθώ, με λένε εγωισμό.

Ναι, είμαι ο εγωισμός της. Που για χάρη σου με κλείδωσε σε ένα σκοτεινό υπόγειο, μήπως και εναντιωθώ στα θέλω σου. Θα σου πω μονάχα αυτό και θα την πάρω μακριά.

Πόνεσες, πλήγωσες, διέλυσες έναν άνθρωπο που σ’ αγάπησε αληθινά. Έναν άνθρωπο που σε νοιάστηκε περισσότερο από τον ίδιο του τον εαυτό. Έναν άνθρωπο που προτιμούσε να είσαι εσύ ευτυχισμένος κι ας σπάραζε το μέσα της.

Έναν τέτοιο άνθρωπο έχασες. Τώρα θα την πάρω μακριά μήπως και μπορέσω να την βοηθήσω. Μήπως και μπορέσω να κολλήσω κάτι στην ψυχή της.

Το μονό που ήθελε από εσένα ήταν να την πάρεις αγκαλιά και να της πεις  “είμαι εδώ μάτια μου, είμαι τώρα εδώ”. Ίσως μετά από χρονιά, όταν θα πονάς, να καταλάβεις τι ήταν για εσένα, να νιώσεις την απουσία της.

Τότε όμως, θα είναι αργά. Πολύ αργά.




http://loveletters.gr/%ce%ba%ce%b1%cf%84%ce%ac%cf%86%ce%b5%cf%81%ce%b5%cf%82-%ce%ba%ce%b9-%ce%ad%ce%b4%ce%b9%cf%89%ce%be%ce%b5%cf%82-%ce%b5%ce%ba%ce%b5%ce%af%ce%bd%ce%b7-%cf%80%ce%bf%cf%85-%ce%ae%cf%84%ce%b1%ce%bd-%cf%80/?fbclid=IwAR0PJV6XOAD2cPzgu8tfN53Sc8hEfNd9YKfh42vDuQdRSSx0-Kd-l3I-vo8