Γράφει ο Τριστάνος.
Μπορείς άραγε να συγχωρήσεις την απιστία του συντρόφου σου;
Την πρώτη φορά, ήταν ένα χάσιμο της ματιάς που σου έκανε εντύπωση. Μία αδιόρατη ψυχρότητα που καλύφθηκε άμεσα, για να μην κινήσει περαιτέρω υποψίες. Το κινητό κλειδώθηκε και όταν χτυπάει, οι παλμοί της καρδιάς αυξάνονται. Αγχωτικές οι ματιές και κρύος ιδρώτας κάνει την εμφάνιση του σε κάθε μήνυμα.
Τα επαγγελματικά άρχισαν να πυκνώνουν, μαζί με τις στιγμές της αφηρημάδας. Τα ταξίδια – επειδή “κουράστηκε και έπρεπε να ξεφύγει” – πύκνωσαν και αυτά. Οι ερωτικές επαφές αραίωσαν αισθητά, καθώς και οι τρυφερές εκδηλώσεις αγάπης.
Κάτι ανεπαίσθητο άρχισε να πλανάται στην ατμόσφαιρα, που μέρα με τη μέρα δυνάμωνε και άρχισε να εισχωρεί μέσα σου, με ύπουλο και ορμητικό τρόπο. Κάτι που δεν ήθελες να το πιστέψεις. Ο οργανισμός αντιδρούσε, σαν να είχε να αντιμετωπίσει μια ξένη άσχημη εισβολή.
Μπορείς άραγε να ξεχάσεις την απιστία του συντρόφου σου; Έχεις τη δύναμη να την απομονώσεις και να την κλείσεις σε ένα κουτάκι που δεν θα το ανοίξεις ποτέ σου;
Διότι ο αέρας της δυσοσμίας που θα ξεχυθεί από μέσα του, είναι πνιγηρός. Σε γεμίζει αηδία και σφίγγει την καρδιά σου, σαν μέγγενη που θέλει να την διαλύσει. Ο δικός σου άνθρωπος, η αγάπη σου, το άλλο σου μισό – ενώθηκε με κάποιον άλλον. Του είπε λόγια πάθους και αγάπης, που μόνο σε σένα έλεγε και γέμιζε η ψυχή σου γλύκα και όμορφα συναισθήματα.
Άλλα χέρια ταξίδεψαν στο σώμα του, στον ιερό ναό που εσύ είχες μόνο την άδεια να εισέρχεσαι – και ήταν το ασφαλές καταφύγιό σου. Τα χείλη που υποσχέθηκαν κάποτε αιώνια αγάπη και αλήθειες, τώρα ακούμπησαν άλλα χείλη – ξένα – που χαμογελούσαν από προσμονή και του ψιθύρισαν λόγια πάθους και έρωτα.
Γέλασαν αντάμα, μπορεί κιόλας να αναφέρθηκαν και στο όνομα σου, με αστεία διάθεση και χλευασμό. Άραγε να ντράπηκε όταν είπε το όνομα σου; Ή μήπως γέλασε – όπως ακούς ένα κακόγουστο αστείο – με κείνο το γέλιο, που μόνο περιφρόνηση και οίκτο προκαλεί;
Και τώρα στέκει μπροστά σου – με αθώο ύφος – προσπαθώντας να σε βγάλει μυθομανή και ονειροπαρμένο, διαλέγοντας τα καλύτερα ψέματα, σε ένα παράλογο θεατρικό ρόλο, που σε καθιστά κομπάρσο και σου προκαλεί εμετό.
Στην αρχή εκνευρίζεται, παίρνει θέση μάχης, σε λέει τρελό και μετά αλλάζει.. κλαίει, χτυπιέται και ορκίζεται όπου βρει, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να σωθεί. Σε κοιτάζει με μάτια που τρέχουν κροκοδείλια δάκρυα και σε αδειάζει ολοένα και πιο πολύ, αποτυγχάνοντας οικτρά, να μετατρέψει την αλήθεια, σε ψέμα.
Και εσύ πνίγεσαι και όλο σου το “είναι” διαμαρτύρεται, σε μια ένδειξη απόγνωσης και απέχθειας για την προδοσία του. Βλέπεις τα πάντα να γκρεμίζονται και μόνο στην ιδέα ότι θα σε ακουμπήσει ξανά, φόβος και σιχαμάρα σε πλημμυρίζει. Μερικές φορές εύχεσαι να μην ήξερες. Να μην το είχες μάθει ποτέ!
Αρχίζεις να σκέφτεσαι ότι μπορεί κιόλας να φταις εσύ για όλο αυτό και βουλιάζεις ακόμη περισσότερο στο βαθύ σκοτάδι. Το μυαλό αδυνατεί να συγκεντρωθεί. Ο πόνος χτυπά αμείλικτα κάθε απόληξη του κορμιού σου.
Τίποτα πια δεν έχει σημασία. Τίποτα δεν μπορεί να σε κάνει να γελάσεις, να φας, να κοιμηθείς, να λειτουργήσεις – να ζήσεις. Είσαι ένας ζωντανός – νεκρός, που απλά περιφέρεται γύρω από τον τάφο της σχέσης και αναρωτιέται εάν μπορεί να την αναστήσει.
Όμως, το να συγχωρέσεις το σύντροφό σου ύστερα από την απιστία του, μοιάζει με ένα σπασμένο βάζο, που απλά μάζεψες τα κομμάτια του και τα κόλλησες. Θα μπορείς ακόμη να το χρησιμοποιήσεις, όμως είναι άσχημο και πάντα θα το κοιτάς με λύπη.
Ο χρόνος είναι γιατρός – λένε – και ότι περνώντας, θα τα καταφέρεις!
Μπορείς άραγε να κάνεις έρωτα ξανά με τον άνθρωπό σου, όταν ξέρεις ότι έκανε με άλλον;
http://loveletters.gr/61864-2/?fbclid=IwAR2j6su-s2K2G7l1zK10up3XAyPn1PfzelWEk54FhWyUNZ_OvunQLx9tBPY