Γίνεται;
Γίνεται! Θα απαντήσει πάλι η ίδια στον εαυτό της. Και σε μια στιγμή μπορεί να συμβεί και να το καταλάβεις. Ή να μην το καταλάβεις, θα γίνει όμως… Θα διασταυρωθείς με το μόνο πλάσμα που αναζητάς, θα το αισθανθείς κατά κανόνα στον αέρα που καίγεται.
…Τότε γιατί; Γιατί δεν πήγε ούτε μια φορά πίσω να τον ξαναβρεί; Να κάνουν έστω λίγη παρέα ακόμη; Να βεβαιωθεί για τις μεγάλες εντυπώσεις που αστραπιαία της προξένησε;
Γιατί δεν ρώτησε καν να ξαναμάθει κάτι για τον Νικηφόρο;
Γιατί δεν ρώτησε καν να ξαναμάθει κάτι για τον Νικηφόρο;
Γιατί ήταν τρομαχτικά σημαντικός! Αυτό απαντούσε στο τέλος
όταν αναρωτιόταν, όχι από τις πρώτες φορές, αλλά με τον καιρό που διάβαινε, όσο μάθαινε τη ζωή της και τον ψυχισμό της, εκεί κατέληγε.Και γιατί αυτή η τολμηρή γυναίκα τρόμαξε για κάτι τόσο ωραίο, τόσο σημαντικό; Έβρισκε πολλές και διάφορες αποκρίσεις. Σε μια τέτοια ερώτηση δεν τα κατάφερνε να προσεγγίσει την πρώτη αιτία, κάτι εξαιρετικά σοβαρό τής διέφευγε. Εξάλλου, αν δεν το απωθούσε τόσο πίσω, τόσο βαθιά ό,τι της διέφευγε, δε θα είχε τέτοια ισχύ πάνω της, ίσως και να ήταν άλλη, αλλιώτικη η ιστορία της.
Απέφυγε λοιπόν εκείνο τον νεαρό άντρα από μια δύναμη ανυπέρβλητη, όσο το ένστικτο επιβίωσης. Και άμα αποφύγεις δειλά τον μεγαλύτερο φόβο σου, τότε μπορείς να είσαι σε όλα τα άλλα από εδώ και πέρα ατρόμητη. Από ένστικτο επιβίωσης που κάποτε ακυρώνει τη ζωντανή ζωή.
Κατά καιρούς, ακόμη και σ’ αυτή την προχωρημένη ηλικία, αναρωτιόταν. Δεν κατέληγε. Δεν μπορούσε να εντοπίσει τον λόγο.
Να λοιπόν που δεν ήταν άτυχη και ούτε από ατυχία δε βρήκε ποτέ της έναν άξιο άντρα. Δε θέλησε εκείνη να βρει, βρήκε ίσως και τον απέφυγε. Δεν τόλμησε να διακινδυνεύσει μαζί του τη μοναδικότητα της, να διακινδυνεύσει τον εγωισμό της, τη μοναξιά της, μια αναγκαία ασφάλεια κι ας ήταν παράτολμη. Την αφιέρωση της.
Να λοιπόν που δεν ήταν άτυχη και ούτε από ατυχία δε βρήκε ποτέ της έναν άξιο άντρα. Δε θέλησε εκείνη να βρει, βρήκε ίσως και τον απέφυγε. Δεν τόλμησε να διακινδυνεύσει μαζί του τη μοναδικότητα της, να διακινδυνεύσει τον εγωισμό της, τη μοναξιά της, μια αναγκαία ασφάλεια κι ας ήταν παράτολμη. Την αφιέρωση της.
Διότι ήταν κι εκείνος εντελώς μοναδικός, διότι δε θύμιζε σε τίποτα, μα σε τίποτα τον πατέρα της. Ούτε καν ήταν αντίθετος του, ώστε να δικαιολογείται μια απόπειρα για έρωτα. Ήταν ο εντελώς άλλος, ο διαφορετικός, ο άλλου κόσμου άντρας, αυτός που ταίριαζε στην πιο ανεξάρτητη καρδιά της, στην καρδιά την απόλυτα ελεύθερη που εκ γενετής, πριν από τη γέννηση της, της χαρίστηκε. Ήταν η αληθινή επιλογή της και για τούτο τρόμαξε.
Υπήρξε εξάλλου ο άντρας που θα την έσωζε από το οιδιπόδειό της, από τον αρχέγονο δεσμό της και τα πρωταρχικά της δεσμά, τα λατρεμένα εντέλει δεσμά, και από τη μοίρα που ο πατέρας της τής είχε χαράξει, και τούτο ήταν όντως πάρα πολύ απειλητικό.
Μάρω Βαμβουνάκη, “Γενέθλια ξανά”, εκδόσεις Ψυχογιός 2013