Όταν έρχεται εκείνη η μαγική στιγμή που «τα τινάζεις όλα στον αέρα»

 


Να σου πω ένα μυστικό; Θέλει μαγκιά να πεις «τέρμα», όταν ακόμα όλα μέσα σου καίνε.

Όταν γνωρίζεις ότι η απώλεια που θα νιώσεις, θα πέσει βαριά πάνω σε μια ήδη τσακισμένη αξιοπρέπεια, που καιρό τώρα ασφυκτιά και θέλει να σηκώσει κεφάλι, φωνάζοντας δυνατά «ως εδώ φτάνει». Ίσως και ν’ ακούγεται αυτοκαταστροφικό στα πλαίσια μιας βολεμένης φαινομενικά ζωής. «Γιατί βρε παιδί μου», θα πει η Κατίνα της γειτονιάς, «τι της έλειπε»;

Γιατί εσύ το ήξερες ότι θα συμβεί. Σιγόβραζε μέσα σου καιρό τώρα κι όμως… ή που πολύ καλός ηθοποιός είσαι ή που κανείς εκεί γύρω δε νοιάστηκε να δει τι σου συμβαίνει κι έμειναν άφωνοι όλοι όσοι νόμιζαν πως σε ξέρουν.

Πού βρήκες τη δύναμη να τα τινάξεις όλα στον αέρα; Ο θόρυβος και η έκπληξη είναι μεγαλύτερα, ειδικά όταν είσαι αυτό που λένε «ασυνήθης ύποπτος» για να προκαλέσεις μια τέτοια ζημιά.

Όταν μέχρι τη στιγμή εκείνη είσαι αυτός που δίνει τα πολλά και που νιώθει τα πολλά. Με λίγα λόγια το θύμα. Αυτός που βρίσκεται πάντα εκεί, όταν υπάρχει ανάγκη, για να προσφέρει και ν’ ανέχεται με ανιδιοτέλεια, με το χαμόγελο της μεγαλοψυχίας στα χείλη και την ταμπέλα του «μαλάκα» στο κούτελο.

Ξέρεις κάτι εσύ που με προκάλεσες να το κάνω; Ναι εσύ, σε σένα μιλάω. Δεν ήμουν απλός βομβιστής. Βομβιστής αυτοκτονίας ήμουνα. Τη στιγμή εκείνη που φορτωμένη εκρηκτικά έπεσα πάνω στο μικρόκοσμό μας και τον γκρέμισα, αδιαφορούσα για τις συνέπειες. Και τότε ήταν που σ’ άφησα με το στόμα ανοιχτό έτσι δεν είναι; Παραδέξου το! Λοιπόν, κλείστο τώρα και άκου!

Ναι εγώ είμαι, ο ίδιος άνθρωπος που όταν κρατούσα το πρόσωπό σου στα χέρια μου, νόμιζα ότι κρατούσα τον κόσμο όλο. Που όταν πονούσες, έγλειφα τις πληγές σου σα να ήταν δικές μου. Που σε κανάκευα σα βυζανιάρικο μωρό.

Που κάθε φορά που με πονούσες με τον κυνισμό και την αδιαφορία σου, σκάλωνα στο δικό μου συναίσθημα, έπαιρνα βαθιά ανάσα και προχωρούσα δίπλα σου, εστιάζοντας στα καλά σου σημεία. Ρωτάς ποια καλά; Έχεις δίκιο δεν είναι κι εύκολο να τα δεις… Ναι για εκείνα μιλάω, που έπρεπε να κάνεις ανασκαφή στα ερείπια του μονίμως προβληματισμένου και προβληματικού μυαλού σου για ν’ ανακαλύψεις. Ο ίδιος άνθρωπος είμαι.

Εκείνος που μέσα στην αγάπη σου, εκείνη τη μίζερη τσιγκούνα, έβρισκε ένα ανύπαρκτο μεγαλείο ψυχής, τόσο καλά κρυμμένο, σαν επτασφράγιστο μυστικό, που απλά ήθελε το χρόνο του για ν’ αποκαλυφτεί. Ο ίδιος άνθρωπος είμαι, που σα Πυθία μιας άλλης εποχής προέβλεπα τις καλύτερες μέρες που μας χρωστάει η ζωή, γιατί υπάρχει αγάπη. Ναι, για τη δική μου μιλάω, τη γενναιόδωρη, την πληθωρική, τη φαινομενικά τουλάχιστον, ανεξάντλητη.

Να σου πω ένα μυστικό; Θέλει μαγκιά να πεις «τέρμα», όταν ακόμα όλα μέσα σου καίνε. Όταν γνωρίζεις ότι η απώλεια που θα νιώσεις, θα πέσει βαριά πάνω σε μια ήδη τσακισμένη αξιοπρέπεια, που καιρό τώρα ασφυκτιά και θέλει να σηκώσει κεφάλι, φωνάζοντας δυνατά «ως εδώ φτάνει».

Ίσως και ν’ ακούγεται αυτοκαταστροφικό στα πλαίσια μιας βολεμένης φαινομενικά ζωής. «Γιατί βρε παιδί μου», θα πει η Κατίνα της γειτονιάς, «τι της έλειπε»; Αλλά εκείνης, θα της απαντήσω μια άλλη φορά.

Οι δυο μας τώρα. Εσύ που θεώρησες την υπομονή και την ανέχειά μου δεδομένα και την αγάπη μου ανεξάντλητη κι εγώ που ρομαντικά σκεπτόμενη περίμενα τις καλύτερες μέρες που μου χρωστούσες, όταν θα έβρισκες χρόνο και όταν θα ξεπερνούσες τη δύσκολη φάση σου.

Όμως μου τ’ άργησες πολύ. Όταν υπάρχει μπέσα στην καρδιά, κι αυτά που νοιώθεις υπερχειλίζουν από ένταση κι επιθυμία, όταν ο χρόνος της αναμονής έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια της υπομονής, αφήνοντάς τα για καιρό στο χρονοντούλαπο στοιβαγμένα, στριμωγμένα και καταχωνιασμένα, σαν έρθει η στιγμή να εκφραστούν, κάνουν σαματά.

Εκρήγνυνται σα βόμβες μεγατόνων. Απ’ αυτές που διαλύουν μια για πάντα την καλοβολεμένη αδιαφορία που σου έκατσε στο σβέρκο και νόμιζε ότι θα μείνει εκεί για πάντα.

Δεν περίμενες να βρω τη δύναμη, έτσι δεν είναι; Προς πληροφόρησή σου πάντως, είναι μαγική η στιγμή που δε σκέφτεσαι πια τις συνέπειες των πράξεών σου. Που μια ξαφνική άγνοια κινδύνου σε πλημμυρίζει και σε ωθεί να κάνεις πράγματα τρελά.

Που προσπερνάς αδιάφορα τους φόβους σου και αγνοώντας επιδεικτικά τη λογική, σπας το φράγμα και περνάς στην άλλη πλευρά, αφήνοντας πίσω σου ότι είναι δήθεν, μέτριο, συμβατικό, δε σου κάνει και σε χαλάει. Η στιγμή που δε σε νοιάζει πια που θα σε βγάλει, γιατί πολύ απλά, διαπιστώνεις πως δεν έχεις αυτό που θέλεις για να φοβάσαι μη τυχόν και το χάσεις.

Και την επίγνωση απέκτησες, εκεί μέσα στη μιζέρια σου, όταν παλεύοντας με τους δαίμονές σου τα έβαλες όλα στη ζυγαριά. Τα υπέρ και τα κατά, τα πολλά και τα λίγα, αυτά που έδωσες κι αυτά που δεν πήρες. Και ξέρεις πια προς τα πού βαραίνει. Και είναι επικίνδυνος ο άνθρωπος που νιώθει ότι έδωσε πολλά, ειδικά όταν πάνε εκεί που δεν αξίζει.

Το νου σας λοιπόν μ’ εμάς τους καλόβολους, τους δοτικούς και υπομονετικούς τύπους. Γιατί έχουμε κάτι εκρήξεις…

Της Μαρίας Κουγιουμτζόγλου



https://www.thessalonikiartsandculture.gr/